θύσατε

θύσατε
θύ̱σατε , θύω 1
offer by burning
aor imperat act 2nd pl
θύ̱σατε , θύω 1
offer by burning
aor ind act 2nd pl (homeric ionic)
θύ̱σατε , θύω 2
rage
aor imperat act 2nd pl
θύ̱σατε , θύω 2
rage
aor ind act 2nd pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Πάσχα — Μια από τις μεγαλύτερες θρησκευτικές γιορτές της χριστιανοσύνης, η οποία γίνεται σε ανάμνηση του θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού. Αρχικά ήταν εβραϊκή γιορτή (ο όρος προέρχεται από το εβραϊκό πεσάχ = διάβαση), που συνδεόταν με τη βιβλική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”